- κρυοχημεία
- Κλάδος της φυσικοχημείας, που ερευνά τα φαινόμενα στις χαμηλές θερμοκρασίες. Βλ. λ. κρυοσκοπία.
* * *ηχημ. τομέας τής χημείας που μελετά τα χημικά φαινόμενα τα οποία συντελούνται σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια, λ., πρβλ. γαλλ. cryochimie < cry(o)- (< κρύος, τὸ) + chimie «χημεία»].
Dictionary of Greek. 2013.